Προεπισκόπηση

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

Βίος Αγίου Ουάρου του Μάρτυρα

Ο Άγιος Ούαρος ο Μάρτυρας εορτάζει στις 19 Οκτωβρίου.

Στους σκληρούς διωγμούς
Ο ένδοξος Μάρτυς Ούαρος, έζησε την εποχή πού βασίλευε ο τύραννος Μαξιμιανός, κατά το έτος 304 μ.Χ. Καταγόταν από γένος επίσημο. Ήταν από την Αίγυπτο και υπηρετούσε
στρατιώτης. Ήταν ανδρείος. Ο Ούαρος, κάθε νύχτα πήγαινε στη φυλακή και περιποιόταν τους φυλακισμένους μάρτυρες και τους παρακαλούσε να δέονται στον Θεό, να τον αξιώσει
και αυτόν να μαρτυρήσει, για το άγιο όνομα του Χριστού.

Περιποιείται τους μάρτυρες ασκητές
Εκείνες τις ήμερες, ανήγγειλαν οι δήμιοι στον άρχοντα, ότι βρήκαν στη έρημο μερικούς ασκητές και τους φυλάκισαν. Ο ηγεμόνας, όταν τα άκουσε τα νέα αυτά, χάρηκε ιδιαιτέρως,
και ετοίμαζε τα όργανα για να τους βασανίσει σκληρότατα. Τότε ο Μακάριος Ούαρος έδωκε στους φύλακες χρήματα και τον άφησαν την νύκτα και μπήκε μέσα στη φυλακή. Βρήκε τους
όσιους δεμένους και εξαντλημένους από την πείνα και τη δίψα. Ήσαν οκτώ ημέρες τελείως νηστικοί. Αμέσως τους έλυσε από τα δεσμά, τους έδωσε και έφαγαν φαγητό και τους
περιποιήθηκε με μεγάλη φροντίδα. Μετά το δείπνο, τους είπε:
—Σας παρακαλώ πολύ, δούλοι του Θεού, δεηθείτε στον Θεό να με δυναμώσει, να μαρτυρήσω για την Αγάπη Του, διότι δούλος του Χριστού και των Αγίων Του είμαι και εγώ.
Δειλιάζω όμως ένεκα της ασπλαχνίας των αρχόντων με την οποία κακομεταχειρίζονται τους Χριστιανούς. Τα βασανιστήρια με τρομάζουν. Κάμετε, λοιπόν, προσευχή για μένα, γιατί
αύριο τελειώνετε το μαρτύριο.
—Αδελφέ Ούαρε, του είπαν εκείνοι, εάν δεν κοπιάσει κανείς τον χειμώνα να σπείρει το γέννημα, δεν σοδιάζει το θέρος να χαίρεται. Έτσι και ο αθλητής δεν παίρνει το στεφάνι της
δόξας, εάν δεν αθλήσει προηγουμένως όπως πρέπει. Έλα, λοιπόν, στη συνοδεία μας, να γίνεις στρατιώτης του Χριστού τέλειος, και ο Κύριος θα μας βοηθήσει αόρατα, αφού
πάσχουμε για την αγάπη Του, να υπομείνουμε όλα τα παρόντα βασανιστήρια.

Στην παλαίστρα και ο Ούαρος
Μετά την συζήτηση με τον Ούαρο πήραν τους ασκητές στον τύραννο και άρχισαν να τους μαστιγώνουν.
Εκείνη την ώρα, πού τους μαστίγωναν είδε ο τύραννος, ότι έλειπε ένας, ο οποίος είχε πεθάνει στην έρημο, πριν τους μεταφέρουν. Ερώτησε, λοιπόν, τί έγινε ο έβδομος. Όποτε με
μιας πετάγεται στη μέση ο Ούαρος λέγοντας:
—Εκείνος έφυγε για την άλλη ζωή και άφησε εμένα κληρονόμο και επίτροπο. Λοιπόν, αν σας χρεωστούσε τίποτα, εγώ να πληρώσω γι αυτόν.
Ο ηγεμόνας όταν άκουσε αυτά, θύμωσε φοβερά και με παρακάλια προσπάθησε να αλλάξει τον Ούαρο. Όταν όμως ο Ούαρος παρόργιζε τον τύραννο λέγοντας:
—Τί μωραίνεσαι και βασανίζεις τους Αγίους ανόητε;
Τότε θύμωσε φοβερά ο τύραννος και κρέμασε τον Ούαρο από το ξύλο.

Του δίδεται η εξ ύψους βοήθεια
Αμέσως ο ασεβής διατάσσει να κατεβάσουν τον Ούαρο, για να τον βασανίσει περισσότερο. Τον έδεσαν λοιπόν με ωμά λουριά και τον κτυπούσαν κάτω στη γη. Άλλοι τον έδερναν
αλύπητα με ρόπαλα. Τόσο τον κτύπησαν, πού του έσπασαν τα κόκκαλα και ήταν ένα θέαμα φρικτό! Παρ’ όλα όμως αυτά ο Άγιος γύρισε προς τους άλλους μάρτυρες και τους λέγει:
—Ευλογήσατε, άγιοι Πατέρες, τον δούλο σας, και κάμετε δέηση προς τον Δεσπότη, να μου δώσει δύναμιν και βοήθεια, γιατί ξέρει την ανθρώπινη ασθένεια, αφού καταδέχτηκε να
γίνει άνθρωπος και είπε «Τό μέν πνεῦμα πρόθυμον ἡ δέ σάρξ ἀσθενής» (Ματθ. κς' 41).
Και ώ του θαύματος! Μετά την προσευχή των Αγίων, πού τον έδερναν οι δούλοι, αισθάνθηκε ο Άγιος επάνω του ένα χέρι και τον βοηθούσε πολύ, διότι έπαιρνε την δύναμη
των ροπάλων και δεν αισθανόταν πόνο ο Άγιος. Αμέσως κατάλαβε την θαυματουργό δύναμη, και γυρίζοντας ατούς άλλους, τους λέγει με χαρά:
—Μη λυπάστε πια για μένα, γιατί η θεάρεστη προσευχή σας τόσο ελάφρυνε τους πόνους, πού δεν αισθάνομαι πια τίποτε. Μάλλον ευχαρίστηση και χαρά μου προσφέρουν.

Του σχίζουν τις σάρκες και του χύνουν τα σώθηκα
Ο τύραννος βλέποντας, ότι ο Άγιος δεν υπέφερε, διατάσσει να τον ανεβάσουν πάλι στο ξύλο και να του ξεσχίσουν τις σάρκες με τα σιδερένια νύχια. Το μαρτύριο άρχισε. Τόσον δε
τον καταξέσχιζαν, ώστε έπεφταν οι σάρκες του, και η γη από το αίμα κοκκίνισε.
Οι άλλοι Άγιοι, βλέποντας τα σπλάχνα του Αγίου σκορπισμένα κατά γης δάκρυζαν και παρακαλούσαν τον Θεό να δώσει στον Μάρτυρα βοήθεια. Όταν τους είδε ο τύραννος να
κλαίγουν, εφώναξε χαρούμενος:
—Νικηθήκατε, δυστυχισμένοι, γι αυτό λυπάστε και κλαίεται! Γιατί αν μπορούσε ο Θεός σας να σας δώσει την αιώνια ζωή, πού λέγετε, δεν θα θρηνούσατε αυτόν τον κακοθάνατο.
—Εμείς, δακρύσαμε σαν άνθρωποι, και όχι από λύπη. Μάλλον χαιρόμαστε και τον ζηλεύομε, γιατί με την πρόσκαιρη αυτή κακοπάθεια κερδίζει την Βασιλεία την αιώνιο. Εμείς
δεν λυπηθήκαμε γι αυτόν, αλλά μάλλον τη δική σου θρηνούμε καταστροφή, διότι μέλλεις να πάρεις των κακών σου πράξεων την ανταπόδοση, και διότι ο νόμος του Χριστού
προστάζει και τους εχθρούς μας ακόμη να συμπονούμε.

Με τα λόγια αυτά των Αγίων, ο τύραννος προστάζει να τους φυλακίσουν. Τον Μακάριο Ούαρο τον άφησαν κρεμασμένο σε εκείνη την φοβερή κατάσταση, έως ότου πεθάνει. Πριν
φύγουν από κοντά του τους είπε:
—Έχετε θάρρος, Άγιοι Πατέρες μου, Διότι τις τιμωρίες αυτές ούτε καν τις αισθάνομαι. Με παραδώσατε στον Σωτήρα μου στον Οποίο πηγαίνω σήμερα σκεπασμένος με τις ευχές
όλων σας.
Υπέμεινε, λοιπόν, το μαρτύριο αυτό ο Ούαρος πέντε ώρες και παρέδωσε ο μακάριος την ψυχή του στον Θεό.
Οι αχόρταγοι δήμιοι καθ’ όλη την διάρκεια του μαρτυρίου του τον κτυπούσαν. Όταν όμως είδαν, ότι ξεψύχησε, τον έριξαν στους σκύλους να τον φάνε. Αυτό ήταν το τέλος του
μακαρίου Ουάρου. Ήταν 19 Οκτωβρίου του έτους 307 μ.Χ.




Στίχος
Ξεσμούς ἀπείρους καρτεροῦντος Οὐάρου, Σατᾶν, πλάνης ἔξαρχος, οὐαί μου, λέγει.

Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Οὐάρου Ἦχος πλ. ἅ΄ Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῶν Μαρτύρων ζηλώσας τά κατορθώματα, μαρτυρικῶς ἠγωνίσω ὅπερ τῆς δόξης Χριστοῦ, καί καθεῖλες τόν ἐχθρόν, παμμάκαρ Οὔαρε• ἐν γάρ ἰκρίω προσδεθεῖς, πρός τῷ ξύλω τῆς
ζωῆς, νομίμως ἀποκατέστης, πρεσβευτική χορηγία καταφαιδρύνων τάς ψυχᾶς ἠμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος γ΄ Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τόν σταυρόν ὡς θώρακα, ἐνδεδυμένος θεοφρον, τῶν τυράννων ἤμβλυνας τάς πονηρᾶς μεθοδείας. Ἤνεγκας τάς ἀνυποίστους σαρκός βασάνους. Ἤνυσας τούς θείους ἄθλους
γενναιοφρόνως. Διά τοῦτο ἐκοσμήθης, θείω στεφάνω, θεόθεν, Οὔαρε.

Μεγολυνάριον
Συμμορφος ἐγένου τοῖς ἀθληταῖς, Οὔαρε τρισμάκαρ, ἀριστεύσας περιφανῶς. Ὅθεν οὐρανίων, ἀξιωθεῖς χαρίτων, ὑπέρμαχος γνωρίζη, τοῖς σέ γεραίρουσι.
 
Πηγή από: http://xristianos.gr/